Βουβωνοκήλη
Με τον όρο βουβωνοκήλη εννοούμε την προβολή κάποιου ενδοκοιλιακού σπλάγχνου διαμέσου ενός μικρού χάσματος του τοιχώματος στο κατώτερο τμήμα της κοιλιάς. Στα παιδιά η πάθηση αυτή δε σχετίζεται με την αυξημένη ενδοκοιλιακή πίεση όπως στους ενήλικες, αλλά στην παραμονή ενός ελλείμματος στο κοιλιακό τοίχωμα, που ονομάζεται έσω βουβωνικό στόμιο.
Η διάγνωση μπαίνει από την κλινική εικόνα. Πρόκειται για μια μικρή ή μεγαλύτερη διόγκωση που γίνεται πιο ευδιάκριτη στην όρθια στάση, κατά τη διάρκεια του κλάματος ή σε κάθε περίπτωση που το παιδί σφίγγει την κοιλιά του.
Η πάθηση μπορεί να αποκτήσει το χαρακτήρα του επείγοντος όταν η διόγκωση αυτή δεν υποχωρεί σε κατάσταση ηρεμίας ή με μικρή πίεση, γίνει επώδυνη ή αλλάξει χρώμα. Αυτό θα σημαίνει ότι το σπλάγχνο που προβάλλει έχει εγκλωβιστεί μέσα στην κήλη και δεν μπορεί να αναταχθεί στην κοιλιά, έχει υποστεί δηλαδή περίσφιξη. Η επιπλοκή αυτή είναι αρκετά σοβαρή και πρέπει να αντιμετωπισθεί άμεσα.
Για το λόγο αυτό συνιστάται η βουβωνοκήλη να θεραπεύεται το συντομότερο μετά τη διάγνωση, ώστε να αποφεύγονται οι επιπλοκές.
Η θεραπεία της είναι η χειρουργική εκτομή του κηλικού σάκου και η σύγκλειση του χάσματος του κοιλιακού τοιχώματος. Αυτή πραγματοποιείται είτε με την ανοικτή μέθοδο είτε λαπαροσκοπικά. Η δεύτερη μέθοδος πλεονεκτεί ιδιαίτερα σε περιπτώσεις που η βουβωνοκήλη είναι αμφοτερόπλευρη, εμφανίζεται δηλαδή και στις δύο πλευρές.